Άσχημα εξελίχθηκε η χρονιά που φεύγει σε λίγες μέρες, για τους εμπόρους της Πάτρας, της Πελοποννήσου και των Ιονίων Νήσων. Οι μικροί και μεσαίοι επαγγελματίες της περιοχής βλέπουν το ταμείο να είναι μείον και μάλιστα σε ποσοστά που και οι ίδιοι δεν ανέμεναν. Την ίδια ώρα οι έμποροι της Πάτρας αναζητούν ήδη τρόπους για τη δημιουργία ενός συνεργατικού εμπορικού κέντρου ως «αντίδοτο» στις μεγάλες πολυεθνικές αλυσίδες.
Μιλώντας στον «Ν» ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Εμπορικών Συλλόγων Πελοποννήσου & Νοτιοδυτικής Ελλάδος Γιώργος Βαγενάς υποστηρίζει ότι πλέον τα πράγματα είναι πολύ «ζόρικα» με την πτώση των τζίρων. «Τελειώσαμε», δηλώνει χαρακτηριστικά.
Γιώργος Βαγενάς: «Εκρηκτικό το μείγμα ακρίβειας και πτώσης τζίρου»
Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του ο κ. Βαγενάς η κατάσταση είναι πολλή άσχημη όχι μόνο για την Πάτρα αλλά για ολόκληρη την Πελοπόννησο και τα Ιόνια Νησιά τα οποία επίσης αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα. «Όλες οι μελέτες που κάνουμε δείχνουν ότι κινούμαστε περίπου 30% κάτω σε σύγκριση με πέρυσι, από μια χρονιά δηλαδή που είχε λοκ ντάουν και περιορισμούς προσέλευσης στα καταστήματά μας», σημειώνει.
Μάλιστα οι εκπρόσωποι των εμπόρων της περιοχής εκτιμούν ότι η κατάσταση για τα μικρομάγαζα είναι, στην παρούσα φάση τουλάχιστον, μη αναστρέψιμη καθώς και αυτοί ως επαγγελματίες έχουν πέσει θύματα του κύματος ανατιμήσεων που συνεχίζεται με αμείωτο ρυθμό. Σύμφωνα με τον κ. Βαγενά ήδη όλες τα προϊόντα που προμηθεύονται έχουν ένα «καπέλο» λόγω των αυξήσεων του 30-35%, χωρίς να διαφαίνεται φως στο τούνελ.
«Υπάρχει προ των πυλών και νέο κύμα ανατιμήσεων της τάξης του 50%. Οι συνάδελφοι αδυνατούν να τα βγάλουν πέρα καθώς το μείγμα είναι δύσκολο, χωρίς κατανάλωση και την ενεργειακή κρίση να μας χτυπά την πόρτα», εξηγεί ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας των εμπόρων. Ειδική για την Πάτρα, εάν υπάρξει και τρίτο Καρναβάλι χαμένο τότε ουδείς μπορεί να προβλέψει τις καταστροφικές συνέπειες που θα προκύψουν.
Και τούτο διότι, ναι μεν την περίοδο του Καρναβαλιού δουλεύει περισσότερο η εστίαση, όπως όμως δείχνουν τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η Ομοσπονδία, τα χρήματα που βγάζουν εστιατόρια, καφέ και μπαρ, ουσιαστικά ανατροφοδοτούν εν γένει στην τοπική αγορά. Οι μόνες περιοχές που ξεφεύγουν λιγάκι από το γαϊτανάκι της πτώσης του τζίρου είναι οι πιο τουριστικές όπως τα Καλάβρυτα που πηγαίνουν καλά από πληρότητα, τα Τρίκαλα Κορινθίας, η Καλαμάτα κ.α.. Και εκεί ωστόσο η «σανίδα σωτηρίας» είναι περιστασιακή και απλά περιορίζει τις απώλειες περίπου στο 25%.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Ειδικός Γραμματέας του Εμπορικού Συλλόγου της Πάτρας, Τάσος Νικολακόπουλος ο οποίος σημειώνει ότι οι έμποροι της αχαϊκής πρωτεύουσας διανύουν τις τελευταίες ημέρες μιας ομολογουμένως δύσκολης χρονιάς για το εμπόριο για την επιχειρηματικότητα συνολικά. Και τούτο διότι, σύμφωνα με τον κ. Νικολακόπουλο, δεν ήταν μόνο τα περιοριστικά μέτρα που δυσκόλεψαν και εντέλει απώθησαν τους καταναλωτές από την αγορά, αλλά υπήρξαν και εξωγενείς παράγοντες όπως οι ελλείψεις προϊόντων οι συνεχείς ανατιμήσεις και το ανεξέλεγκτο κόστος ενέργειας που εκτόξευσαν τα κόστη δημιουργώντας επιπλέον προβλήματα στην ήδη τραυματισμένη εφοδιαστική αλυσίδα.
«Η πορεία των πωλήσεων ακολούθησε ναι μεν όπως προβλεπόταν πορεία V αλλά ανάποδο δηλαδή ανοίξαμε τον Απρίλιο κορυφώθηκε η αγοραστική κίνηση το καλοκαίρι και από εκεί και μετά οι πτώσεις διαδέχονται η μία την άλλη σπάζοντας κάθε ρεκόρ καταγράφοντας σε όλους τους κλάδους του λιανικού εμπορίου μια μείωση μεσοσταθμικά 46%», υπογραμμίζει ο Ειδικός Γραμματέας του Εμπορικού Συλλόγου της Πάτρας.
Σύμφωνα με τον κ. Νικολακόπουλο «όλες οι κλαδικές έρευνες αποτυπώνουν αυτή την πραγματικότητα με τον φόβο και την αβεβαιότητα να κυριαρχεί οριζόντια σε όλους τους καταναλωτές και από την άλλη το 59% των συναδέλφων να ομολογεί πως το επόμενο εξάμηνο δεν θα καταφέρει να ανταποκριθεί στο σύνολο των υποχρεώσεων τους.
Για όλους αυτούς τους λόγους η τοπική οικονομία είναι αυτή η οποία θα πρέπει να υποστηριχθεί τόσο από την πολιτεία όσο και από εμάς τους ίδιους. Να επιλέγουμε προϊόντα που έχουν παραχθεί από χέρια στη χώρα μας σε μικρές και μεσαίες βιοτεχνίες. Οι τοπικές επιχειρήσεις είναι η «ραχοκοκαλιά της κοινωνίας» και παραμένουν εγγυητές χαμηλών τιμών και ποιοτικών θέσεων εργασίας», τονίζει.