Κύριε κατηγορούμενε, όσα χρόνια και να σας βάζαμε είναι πολύ λίγα μπροστά σε αυτά που κάνατε

«Κύριε κατηγορούμενε, όσα χρόνια και να σας βάζαμε είναι πολύ λίγα μπροστά σε αυτά που κάνατε». Με αυτή την φράση του Προέδρου Πρωτοδικών Πατρών Ευάγγελου Κωστακιώτη, που προέδρευσε και της έδρας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, ολοκληρώθηκε χθες η δίκη του 61χρονου Διονύση Βαρβαρέσου για το στυγερό έγκλημα στην Ανδραβίδα, στον οποίο επιβλήθηκε η ανωτάτη ποινή.

Τακτικοί και λαϊκοί δικαστές έκριναν ένοχο, με ομόφωνη απόφασή τους, τον 61χρονο κατηγορούμενο για ανθρωποκτονία με πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση κατά συρροή, παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία κατ’ εξακολούθηση και παράνομη κατοχή όπλων και πυρομαχικών και τον καταδίκασαν σε τέσσερις φορές ισόβια κάθειρξη για κάθε μια ανθρωποκτονία και σε 21 μήνες φυλάκιση για τα υπόλοιπα, πλημμεληματικού χαρακτήρα, αδικήματα, ενώ δεν του αναγνωρίστηκε κανένα ελαφρυντικό. Παράλληλα, το Δικαστήριο απέρριψε όλους τους αυτοτελείς ισχυρισμούς του 61χρονου, καθώς και το αίτημα για περαιτέρω ψυχιατρική γνωμάτευση.

Η σύνθεση του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Πατρών, συντάχθηκε πλήρως με την πρόταση της Εισαγγελέως της Έδρας, η οποία με μια αναλυτική και άκρως περιγραφική αγόρευση «κατακεραύνωσε» τον καθ’ομολογίαν δολοφόνο, απορρίπτοντας έναν προς έναν τους ισχυρισμούς του, αλλά και τα τρία ελαφρυντικά που πρότεινε η υπεράσπιση του( σ.σ. ειλικρινή μεταμέλεια, πρότερος έντιμος βίος, μετ’ έπειτα καλή συμπεριφορά), προτείνοντας την ενοχή του για όλες τις πράξεις για τις οποίες κατηγορείται.

Η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πατρών Κωνσταντούλα Αθανασοπούλου τόνισε χαρακτηριστικά κατά την αγόρευσή της ότι «ο κατηγορούμενους έδρασε με ιδιαίτερη σκληρότητα και ήθελε να τους εξαφανίσει ως οικογένεια» και με ιδιαίτερη έμφαση είπε πως «είναι ένας εκτελεστής!».

Αναφερόμενη στην σκηνή του εγκλήματος και στον τρόπο δράσης του 61χρονου σημείωσε πως «σκότωσε, πυροβόλησε, έπνιξε, έσυρε, σφουγγάρισε και θα συνέχισε να καθαρίζει αλλά στάθηκε άτυχος γιατί ο μικρός χτύπησε την πόρτα και του χάλασε τα σχέδια, άλλαξε ρούχα, έφυγε για την Πάτρα, έκρυψε τον όπλο και δεν συνεργάστηκε με την αστυνομία για την εύρεση του όπλου». Επίσης, για την εκτέλεση των δύο ενηλίκων θυμάτων απέρριψε τον ισχυρισμό του κατηγορούμενου περί πάλης μεταξύ των τριών, λέγοντας πως συμπλοκή και άμυνα δεν υπάρχουν και ότι τους σκότωσε στον ύπνο τους.

Επικαλούμενη όλες τις ψυχιατρικές γνωματεύσεις που εμπεριέχονταν στη δικογραφία, η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πατρών αποδόμησε κάθε ισχυρισμό για μείωση καταλογισμού, περί ψυχικής διαταραχής και απώλειας μνήμης, επισημαίνοντας πως ο καταδικασθέντας δεν έχει κανένα ψυχιατρικό ιστορικό και πως υπήρξε αληθής συρροή σε όλες του τις πράξεις.

Αναφορικά με την απολογία του, η κα Εισαγγελέας σχολίασε πως ο Διονύσης Βαρβαρέσος είπε ότι δε θυμάμαι, όμως έδωσε μια αναλυτικότατη κατάθεση, όπως αυτές που έδωσε τόσο στην προανάκριση όσο και στην κύρια ανάκριση,  τον χαρακτήρισε «αμετανόητο» και επεσήμανε ότι όπου δυσκολεύτηκε, δηλαδή στο να θυμηθεί τις τέσσερις δολοφονίες, μίλησε για «θολούρες» και για ακόμα μια φορά δεν είπε τίποτα, ειδικά για τα βρέφη που έπνιξε με τα ίδια του τα χέρια.

Ζήτησε συγγνώμη, όμως πάλι δε θυμήθηκε

«Λυπάμαι για ότι συνέβη, δε μπόρεσα να το ελέγξω. Ζητώ συγγνώμη από όλους. Τα θύματα ήταν αθώα που δεν έφταιξαν σε τίποτα». Αυτά ήταν τα πρώτα λόγια του Διονύση Βαρβαρέσου, του καθ’ όμολογίαν δράστη που κρίθηκε ένοχος γιατί ξεκλήρισε μια ολόκληρη οικογένεια.

Ψυχρός και κυνικός σε όλα τη διάρκεια της αποδεικτικής διαδικασίας, ο 61χρονος ομολόγησε τις δολοφονίες που του αποδίδονται και απέδωσε την πράξη του, την οποία όμως δε θυμήθηκε ποτέ, στην συμπεριφορά του ανδρόγυνου που ενοικίαζε το σπίτι του, προς την μητέρα του αλλά προς τον ίδιο, μια συμπεριφορά, που όπως είπε, είχε επηρεάσει με άσχημο τρόπο την ψυχολογία του. «Ήμουν πολύ χάλια. Δεν μπορούσα να πάω για δουλειά. Ήταν αργός θάνατος για μένα» είπε στην απολογία του, εξηγώντας τους λόγους που εκείνο το μοιραίο απόγευμα, μετά από το τηλεφώνημα της μητέρας του επειδή δεν είχε ρεύμα και πήγε στο σπίτι αποφασισμένος να βρει μια λύση.

Απολογούμενος, μίλησε περιγραφικά και με λεπτομέρειες για την σχέση που είχε με τα θύματά του από την ημέρα που συμφώνησαν για την ενοικίαση του σπιτιού του, μέχρι και το απόγευμα της 2ας Μαρτίου του 2022, την ημέρα που αφαίρεσε τη ζωή σε αυτούς και στα δύο βρέφη. Όταν έφτασε όμως στην στιγμή της δολοφονίας είπε, κάτι που τελικά δεν αποδείχθηκε ούτε από την ιατροδικαστική εξέταση, ότι ακολούθησε πάλη, οι τρεις τους έπεσαν στο κρεβάτι και έριξε έναν πυροβολισμό στον αέρα. Όμως, από την ώρα εκείνη και έπειτα επικαλέστηκε ένα … κενό και η μνήμη του επανήλθε, όπως ισχυρίστηκε, την στιγμή που ο μεγαλύτερος γιος της οικογένειας μπήκε στο σπίτι, στην σκηνή του εγκλήματος.

«Χάθηκα. Δεν ξέρω τι έγινε και δε θυμάμαι το χρόνο που μεσολάβησε. Δε θυμάμαι πόσο έκατσα μέσα στο σπίτι. ‘’Ξύπνησα’’ όταν άκουσα την πόρτα να χτυπάει. Ήταν το παιδί! Τρόμαξα και έφυγα» όπως ανέφερε.

Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί ότι και αυτός ο ισχυρισμός απορρίφθηκε και από το γεγονός ότι βασικός μάρτυρας κατά την προανάκριση και φίλος του 61χρονου κατέθεσε στις Αρχές πως κατά το διάστημα που ο δράστης βρισκόταν στο σπίτι και είχε διαπράξει τις δολοφονίες, μίλησαν μαζί στο τηλέφωνο, χωρίς ο φίλος του να ξέρει φυσικά για τις πράξεις που είχε διαπράξει. Μάλιστα, ο Διονύσης Βαρβαρέσος, σύμφωνα με τα λεγόμενα του φίλου του, φέρεται να του έλεγε και αστεία κατά τη σύντομη συνομιλία τους!

Στην συνέχεια, διερωτήθηκε με απορία προς όλους όσοι τον αποκαλούν «δολοφόνο». «Εάν είχα δολοφονικό ένστικτο δεν θα έβαζα το παιδί μέσα στο σπίτι για να το σκοτώσω;».

Σε άλλο σημείο της απολογία ο Πρόεδρος Πρωτοδικών κ. Κωστακιώτης ρώτησε τον κατηγορούμενο πως είναι δυνατόν ένας άνθρωπος «χαμένος» να οργανώσει ένα σχέδιο εξαφάνισης, αναφερόμενος φυσικά στο γεγονός ότι δύο από τις  τρεις σορούς εντοπίστηκαν πάνω σε τρέιλερ και η τρίτη, του ενός βρέφους, δίπλα από αυτό. «Όσον αφορά τις δολοφονίες και ειδικά των δύο βρεφών μιλάμε για ενός και δύο έτους που τα πνίξατε με τα ίδια σας τα χέρια. Τα πτώματα των τριών βρέθηκαν σε καρότσα προς μεταφορά. Αυτό ένας άνθρωπος ο οποίος είναι τόσο ‘’χαμένος’’, το οργανώνει;» διερωτήθηκε ο κ. Πρόεδρος.

Με περίσσιο θράσος, προκαλώντας και τις αντιδράσεις του ακροατηρίου, ο 61χρονος απάντησε: «πως κατάφερα εγώ που είμαι 70 κιλά να σηκώσω έναν άνθρωπο 120 κιλών (σ.σ. το θύμα), ούτε μπορώ να καταλάβω πως βρέθηκαν τα πτώματα εκεί…». Ακολούθως, ο Πρόεδρος της Έδρας του είπε ότι «αφού δε θυμάστε τίποτα από το περιστατικό, τι να σας ρωτήσουμε ….» και στο σημείο αυτό  ολοκληρώθηκε η 40λεπτη απολογία του Διονύση Βαρβαρέσου.

Οι καταθέσεις των μαρτύρων

Όλων των παραπάνω, προηγήθηκαν οι καταθέσεις των μαρτύρων της υπόθεσης. Πρώτος κλήθηκε να καταθέσει ο πατέρας του μεγαλύτερου γιού και πρώην σύζυγος της γυναίκας που δολοφονήθηκε, ο οποίος μίλησε για την πολύ κακή ψυχολογική κατάσταση του γιού του μετά τη δολοφονία της μητέρας του και των δύο μικρότερων αδελφών του, τονίζοντας πως ένα χρόνο μετά την υπόθεση,  δε μπορεί να κοιμηθεί και βλέπει εφιάλτες. Να σημειωθεί ότι ο 13χρονος ήταν παρών στο Δικαστικό Μέγαρο Πατρών και πριν την έναρξη της δίκης ξέσπασε σε κλάματα, εβρισκόμενος έξω από την αίθουσα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, ενώ για ευνόητους λόγους δεν παρακολούθησε τη δίκη. Εντύπωσε προκάλεσε και το γεγονός ότι ο πατέρας του κατέθεσε πως το παιδί έχει δεχθεί και απειλητικά τηλεφωνήματα από τη μητέρα του θύματος, ακόμα και μια ημέρα πριν τη δίκη.

Στη δική της κατάθεση, η μητέρα του δολοφόνου υπερασπίστηκε το γιό της, λέγοντας μάλιστα πως δεν είναι βίαιος. Όπως ο γιός της, έτσι και η ίδια στην κατάθεσή της μίλησε για την άσχημη συμπεριφορά που είχε το δολοφονημένο ζευγάρι απέναντί της, ισχυριζόμενη ότι της έκοβαν συχνά το ρεύμα και το νερό. Μάρτυρας ήταν και ο γιος του 61χρονου, που υποστήριξε πως τον πατέρα του δεν τον ενοχλούσαν οι υποτιθέμενες οφειλές του ενοικίου, αλλά η συμπεριφορά των θυμάτων, ενώ ανέφερε πως ο πατέρας του προχώρησε στην πράξη αυτή διότι είτε  απειλήθηκε η ζωή του είτε γιατί θόλωσε. Μεταξύ των μαρτύρων ήταν και δύο αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Ασφάλειας Πύργου, που συμμετείχαν στην προανάκριση, οι οποίοι περιέγραψαν συνοπτικά την σκηνή του εγκλήματος και εστίασαν στα έντονα ίχνη αίματος εντός της οικίας, αλλά και στις σορούς που ήταν τοποθετημένες στο τρέιλερ, υπογραμμίζοντας αμφότεροι με βεβαιότατα πως ο κατηγορούμενος είχε σχέδιο στο μυαλό του σχέδιο εξαφάνισης.

Συγγενείς των θυμάτων, που κατέθεσαν με τη βοήθεια διερμηνέα, ζήτησαν να αποδοθεί δικαιοσύνη. Χαρακτηριστικά, ο πατέρας του 32χρονου Αρμάντο είπε: «Αυτός ο άνθρωπος με έχει θάψει ζωντανό, γιατί έβγαλε από τη ζωή το μοναδικό γιο που είχα, τη νύφη και τα  εγγόνια μου. Ζητώ από τη δικαιοσύνη μια απόφαση σωστή γιατί έδρασε με πρόθεση και προσχεδιασμένα».