ΔΙΚΗ ΑΧΑΪΚΗΣ: Απολογήθηκαν γνωστοί Πατρινοί που κάθονται στο εδώλιο
Με τον Γενικό ∆ιευθυντή της Αχαϊκής Τράπεζας να απολογείται για περισσότερη από μιάμιση ώρα, δίνοντας απαντήσεις για τα επίμαχα δάνεια ένα προς ένα(!), αλλά και τα τραπεζικά στελέχη που είχαν κομβικό ρόλο στην γνωμοδότηση για τη σύναψη των δανειακών συμβάσεων να δίνουν τις δικές τους εξηγήσεις, συνεχίστηκε χθες η εκδίκαση της πολύκροτης υπόθεσης στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Πατρών.
Μετά την ολοκλήρωση των απολογιών των μελών των ∆ιοικητικών Συμβουλίων, χθες δόθηκε η σκυτάλη στα διευθυντικά στελέχη των υποκαταστημάτων και στα μέλη των επιτροπών, τα οποία ισχυρίστηκαν πως τα δάνεια που χορηγούνταν είχαν εξασφαλίσεις (είτε εμπράγματες, είτε προσωπικές, είτε με συνεταιριστικές μερίδες).
Ανέφεραν πως οι αναχρηματοδοτήσεις των δανείων την περίοδο της οικονομικής κρίσης ήταν μονόδρομος για όλες τις τράπεζες, και μάλιστα πως η Αχαϊκή ήταν πιο αυστηρή στους όρους δανειοδότησης σε σχέση με άλλες εμπορικές τράπεζες. Ισχυρίστηκαν, επίσης, πως οι αποφάσεις για τις χορηγήσεις λαμβάνονταν από τα Εγκριτικά Κλιμάκια και κατά περίπτωση από το ∆.Σ.
Υπεραμύνθηκαν των ενεργειών τους, υποστηρίζοντας πως λειτούργησαν σύννομα διασφαλίζοντας τα συμφέροντα της Τράπεζας και μόνον, θεωρώντας πως άδικα κάθονται στο εδώλιο του κατηγορουμένου.
Παράλληλα, επεσήμαναν πως εάν είχε δοθεί από την Τράπεζα της Ελλάδος το χρονικό περιθώριο για να γίνουν οι ενέργειες για την κά-
λυψη της ανεπάρκειας των κεφαλαίων, η Τράπεζα θα συνέχιζε κανονικά την λειτουργία της, στηρίζοντας την τοπική οικονομία.
Συνολικά, απολογήθηκαν είκοσι άτομα από το πολυπληθές κατηγορητήριο που συνολικά αριθμεί 87 άτομα, ενώ χθες, μετά από το κάλεσμα του Συλλόγου των Μεριδιούχων, παραβρέθηκαν στο ακροατήριο αρκετά μέλη (περισσότερα από τριάντα), τα οποία με αγωνία περιμένουν την ετυμηγορία της δικαιοσύνης υποστηρίζοντας πως έχασαν τις περιουσίες
τους.
«ΓΙΑΤΙ ΚΟΥΒΑΛΑΜΕ ΑΥΤΗ ΤΗ ΡΕΤΣΙΝΙΑ;»
Πρώτος απολογήθηκε ο επικεφαλής της Μονάδας Εγγυήσεων και ∆ανεισμού της Τράπεζας, μιας Ανεξάρτητης Αρχής, ο οποίος εξήγησε στο ∆ικαστήριο πως «εξετάζαμε τα δάνεια και τις εξασφαλίσεις από καθαρά τεχνοκρατική σκοπιά. Στόχος μας ήταν να μειώσουμε τον κίνδυνο και να βελτιώσουμε την κατάσταση της Τράπεζας. Υπήρχαν πίσω από τα δάνεια
προσωπικές εγγυήσεις, ελεύθερες μερίδες, μετρητά και περιουσίες. Οι εισηγήσεις που κάναμε ήταν γνωμοδοτικές. Λειτουργούσαμε όπως όλες οι τράπεζες, οι οποίες ήταν πιο ελαστικές από την Αχαϊκή, που είχε πιο αυ-
στηρά κριτήρια, γιατί εκείνη την περίοδο υπήρχε η ανάγκη να ρυθμιστούν τα δάνεια και να λειτουργήσει η αγορά». Σε προσωπικό τόνο, διερωτήθηκε, «δεν έχω καταλάβει γιατί κατηγορούμαι για απιστία, έχοντας αυτήν την εκκρεμότητα στη ζωή μου και κουβαλάω αυτή τη ρετσινιά. Από την μέρα που έκλεισε η Τράπεζα, εγώ -όπως και όλοι οι εργαζόμενοι- μείναμε στο δρόμο σε μια δύσκολη περίοδο. Έχασα και εγώ τις μερίδες που είχα αγοράσει, και η οικογένειά μου», και τόνισε πως «πιστεύω ότι δεν δόθηκε χρόνος στην Αχαϊκή για να προσπαθήσει να εξυγιάνει το χαρτοφυλάκιό της». Παράλληλα, ανέφερε πως κανείς δεν γνωρίζει τι συμβαίνει με την εκκα-θάριση, η οποία ακόμα και σήμερα δεν έχει ολοκληρωθεί. Ένα ακόμα στέλεχος, που ήταν αναπληρωτής
προϊστάμενος, εξήγησε πως «είχαμε καθαρά υπηρεσιακό ρόλο, παραλαμβάναμε τα αιτήματα, κάναμε έλεγχο στα στοιχεία, στις εξασφαλίσεις και συντάσσαμε την τελική απόφαση για να ληφθεί από το κεντρικό όργανο, την Εγκριτική Επιτροπή», ενώ αναφέρθηκε στα επιμέρους δάνεια, εξηγώντας πως πριν την οικονομική κρίση υπήρξε συνέπεια από δανειολήπτες, μετά όμως οι συνθήκες στην
αγορά άλλαξαν.
«ΖΗΤΟΥΣΑΜΕ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ»
«Ζητούσαμε συμπληρωματικές προσημειώσεις για μεγαλύτερα ποσά για να υπάρξει εξασφάλιση της Τράπεζας. Προσπαθούσαμε να βοηθήσουμε τις επιχειρήσεις να λειτουργήσουν και όχι να καταστραφούν, έχοντας εξασφαλίσει την Τράπεζα. Ποτέ, άλλωστε, η Τράπεζα της Ελλάδος δεν είχε καταγράψει πρόβλημα στον τρόπο χειρισμού χορήγησης των δανείων.
Έγιναν πολλές προσπάθειες για να ανακληθεί η απόφαση για το κλείσιμο της Τράπεζας», ανέφερε. Ο προϊστάμενος του τμήματος χορηγήσεων
από το 2010, ανέφερε πως «δεν κάναμε νέες δανειακές συμβάσεις, αλλά μόνο ανακεφαλαιοποίηση. Μελετούσαμε τον φάκελο με το ιστορικό του πελάτη και στέλναμε το αίτημα στην επιτροπή, η οποία το εξέταζε και μας κοι-νοποιούσε την απόφαση». Μάλιστα, ανέφερε πως ο ίδιος συμμετείχε και στην εκκαθάριση της Τράπεζας, καλώντας τους δανειολήπτες να ρυθμίσουν τα δάνειά τους. «Λυπάμαι που βρίσκομαι σε αυτήν την θέση. Είχα και εγώ μερίδα και την έχασα…», είπε.
«ΧΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΜΕΡΙ∆ΕΣ»
«∆εν είχαμε καμία εμπλοκή και κανένα όφελος, εμείς ακολουθούσαμε την πάγια τακτική όλων των τραπεζών σε ό,τι αφορά στις πωλήσεις μετοχών», είπε διευθυντής υποκαταστήματος της Τράπεζας, τονίζοντας πως «και εμείς χάσαμε τις μερίδες που είχαμε αγοράσει…». Άλλο διευθυντικό στέλεχος, ανέφερε πως οι προσπάθειες που έκαναν ήταν να είναι ενήμερα τα δάνεια και πως «όταν τα οικονομικά κριτήρια ήταν θετικά, τα διαβιβάζαμε στο Τμήμα Έγκρισης. Κάναμε τη δουλειά μας και βρεθήκαμε κατηγορούμενοι για απιστία».
Ένας άλλος κατηγορούμενος που είναι τραπεζικό στέλεχος, τόνισε πως «δεν θέλαμε να βλάψουμε την Τράπεζα. ∆εν μπορώ να εξε-
λιχθώ στη δουλειά μου όσο υπάρχει αυτή η εκκρεμότητα με την δικαιοσύνη».
«ΗΜΟΥΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΣΤΙΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ ΜΟΥ»
Η εισηγήτρια των αιτημάτων, απολογούμενη ανέφερε πως «θεωρώ πως ήμουν αντικειμενική στις εισηγήσεις μου, οι χορηγήσεις λαμβάνονταν όπως σε όλες τις τράπεζες εφόσον πληρούνταν οι εξασφαλίσεις. Για αρκετά δάνεια ελήφθησαν επιπλέον εμπράγματες εξασφαλίσεις. ∆εν είχε γίνει καμία υπόδειξη από την Τράπεζα της Ελλάδος, παρά μόνο το 2011.
Μου είναι αδιανόητο να βρίσκομαι εδώ, θεωρώ άδικο όλο αυτό που συνέβη», τονίζοντας πως η ίδια συνέχισε να εργάζεται μετά το κλείσιμο της Αχαϊκής στην Εκκαθαρίστρια Εταιρεία και μάλιστα πήρε και συστατική επιστολή από την PQH για να προσληφθεί σε εμπορική τράπεζα.
«∆ΕΝ ΕΙΧΑΜΕ ΛΟΓΟ ΝΑ ΖΗΜΙΩΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ»
Οι κατηγορούμενοι που απολογήθηκαν χθες αρνήθηκαν τις κατηγορίες σε βάρος τους και δήλωσαν πως «δεν είχαμε λόγο να ζημιώσουμε την Τράπεζα», και μάλιστα ορισμένοι διευθυντές καταστημάτων υποστήριξαν πως υπέγραψαν την σύμβαση χωρίς να την ελέγξουν, εφόσον «σε όλα τα δάνεια υπήρχαν εξασφαλίσεις» και πως όλες οι τράπεζες εκείνη την περίοδο έκαναν ρυθμίσεις.
«Εργάζομαι από τα 25 μου χρόνια, χειρίζομαι προγράμματα ΕΣΠΑ, έχω ελεγχθεί και δεν έχει βρεθεί το παραμικρό…», είπε στην έδρα μια από
τις κατηγορούμενες, ενώ άλλη μια γυναίκα που κατείχε διευθυντική θέση τόνισε πως «λειτούργησα με γνώμονα το συμφέρον της Τράπεζας και πάντα με βάση τις οδηγίες που υπήρχαν. Όλες οι ρυθμίσεις γίνονταν με τα απαραίτητα έγγραφα και αρμόδια ήταν η διοίκηση της Τράπεζας».
Επίσης, απολογήθηκαν άτομα που, όπως είπαν, δεν είχαν καμία σχέση με την υπόθεση, όπως για παράδειγμα μια γιατρός που εκείνη την περίοδο σπούδαζε.
Η δίκη διεκόπη για τις 6 Νοεμβρίου με τη συνέχιση των απολογιών.